Ψηφιακής Πιστοποίησης
«Ηλεκτρονική υπογραφή»: δεδομένα σε ηλεκτρονική μορφή, τα οποία είναι συνημμένα σε άλλα ηλεκτρονικά δεδομένα ή συσχετίζονται λογικά με αυτά και τα οποία χρησιμεύουν ως μέθοδος απόδειξης της γνησιότητας.
«Προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή» ή «ψηφιακή υπογραφή»: ηλεκτρονική υπογραφή, που πληροί τους εξής όρους:
- συνδέεται μονοσήμαντα με τον υπογράφοντα,
- είναι ικανή να καθορίσει ειδικά και αποκλειστικά την ταυτότητα του υπογράφοντος,
- δημιουργείται με μέσα τα οποία ο υπογράφων μπορεί να διατηρήσει υπό τον αποκλειστικό του έλεγχο, και
- συνδέεται με τα δεδομένα στα οποία αναφέρεται κατά τρόπο, ώστε να μπορεί να εντοπισθεί οποιαδήποτε μεταγενέστερη αλλοίωση των εν λόγω δεδομένων.
«Υπογράφων» ("εκδότης" ή "συνδρομητής-πιστοποιούμενος"): φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που κατέχει διάταξη δημιουργίας υπογραφής και ενεργεί είτε στο δικό του όνομα είτε στο όνομα άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου ή φορέα.
«Δεδομένα δημιουργίας υπογραφής» (ιδιωτικό κλειδί): μονοσήμαντα δεδομένα, όπως κώδικες ή ιδιωτικά κλειδιά κρυπτογραφίας, που χρησιμοποιούνται από τον υπογράφοντα για τη δημιουργία ηλεκτρονικής υπογραφής.
«Διάταξη δημιουργίας υπογραφής»: διατεταγμένο υλικό ή λογισμικό που χρησιμοποιείται για την εφαρμογή των δεδομένων δημιουργίας της υπογραφής (ιδιωτικό κλειδί).
«Ασφαλής διάταξη δημιουργίας υπογραφής» (π.χ. έξυπνη κάρτα): διάταξη δημιουργίας υπογραφής, που πληροί τους όρους του Παραρτήματος ΙΙΙ. (σσ: παρόμοιο και στα δύο νομοθετήματα).
«Δεδομένα επαλήθευσης υπογραφής» (δημόσιο κλειδί): δεδομένα, όπως κώδικες, ή δημόσια κλειδιά κρυπτογραφίας, τα οποία χρησιμοποιούνται για την επαλήθευση της ηλεκτρονικής υπογραφής.
«Διάταξη επαλήθευσης υπογραφής» (π.χ. "Λ.Α.Π."): διατεταγμένο υλικό ή λογισμικό, που χρησιμοποιείται για την εφαρμογή των δεδομένων επαλήθευσης υπογραφής (δημόσια κλειδιά).
«Πιστοποιητικό»: ηλεκτρονική βεβαίωση, η οποία συνδέει δεδομένα επαλήθευσης υπογραφής (δημόσιο κλειδί) με ένα άτομο και επιβεβαιώνει την ταυτότητά του.
«Αναγνωρισμένο πιστοποιητικό»: πιστοποιητικό που πληροί τους όρους του Παραρτήματος Ι και εκδίδεται από πάροχο υπηρεσιών πιστοποίησης, ο οποίος πληροί τους οριζόμενους στο Παράρτημα ΙΙ όρους. (σσ: παρόμοια και στα δύο νομοθετήματα).
«Πάροχος υπηρεσιών πιστοποίησης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή άλλος φορέας, που εκδίδει πιστοποιητικά ή παρέχει άλλες υπηρεσίες, συναφείς με τις ηλεκτρονικές υπογραφές.
«Ζεύγος Κλειδιών»: Μοναδικός συνδυασμός δημοσίου και ιδιωτικού κλειδιού που προσφέρουν μεταξύ τους ασυμμετρική κρυπτογράφηση.
«Ιδιωτικό Κλειδί»: Το κλειδί του ζεύγους που παραμένει μυστικό και υπό τον αποκλειστικό έλεγχο του κατόχου τους.
«Δημόσιο Κλειδί»: Το κλειδί του ζεύγους που πιστοποιείται η συσχέτισή του με κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή αντικείμενο (web server, software κ.λ.π.) και που διαδίδεται στους τρίτους.
«Τελική Οντότητα»: Φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάποιο αντικείμενο που το εκπροσωπεί ο κύριός του, που είναι δεκτικό στο να συσχετισθεί με ένα ζεύγος ασυμμετρικών κλειδιών και το οποίο προσφεύγει σε έναν Πάροχο Υπηρεσιών Πιστοποίησης για να αποκτήσει κάποιο από τα παρεχόμενα είδη ηλεκτρονικών πιστοποιητικών για το δημόσιο κλειδί του.
«Συνδρομητής»: Η τελική οντότητα η οποία αιτήθηκε πιστοποιητικών και μετά από την απαιτούμενη διαδικασία επαλήθευσης της ταυτότητάς του, απέκτησε το ζητηθέν πιστοποιητικό από τον Πάροχο Υπηρεσιών Πιστοποίησης.
«ΚΠ»: Κανονισμός Πιστοποίησης
«ΠΠ»: Πολιτική(-ές) Πιστοποιητικού(-ών)
«ΠΥΠ»: Πάροχος Υπηρεσιών Πιστοποίησης
«ΘΕΠ»: Θεμελιώδης Εκδότης Πιστοποιητικών
«ΕΠ»: Εκδότης Πιστοποιητικών
«ΥΕΠ»: ΥΥπηρεσία Έκδοσης Πιστοποιητικών
«ΛΕΠ» ή «ΥΕΠ»: Λειτουργικός Εκδότης Πιστοποιητικών ή Υπο-Εκδότης Πιστοποιητικών
«ΥΕ»: Υπηρεσία Εγγραφής
«ΥΠΦΣ»: Υπηρεσία Προετοιμασίας Φορέα Συνδρομητών
«ΥΔΑ»: Υπηρεσία Διαχείρισης Ανάκλησης
«ΥΔ»: Υπηρεσία Δημοσίευσης
«ΤΥΥ»: Τοπική Υπηρεσία Υποβολής
«ΛΑΠ»: Λίστα Ανακληθέντων Πιστοποιητικών
«ΠΚΑ»: Προσωπικός Κωδικός Αναγνώρισης (του συνδρομητή - υποκειμένου ενός πιστοποιητικού )